πορφυροψίνη

πορφυροψίνη
η, Ν
(βιοχ.) φωτοευαίσθητη χρωστική τού αμφιβληστροειδούς χιτώνα τού οφθαλμού των γνήσιων ψαριών τών γλυκών νερών, σε αντιδιαστολή με τη ροδοψίνη που έχουν όλα τα θαλάσσια ψάρια, τα θηλαστικά, τα πτηνά, τα αμφίβια και τα ασπόνδυλα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”